Άκυρα τα Χριστούγεννα εφέτος στην Ελλάδα…
Ο Ιωσήφ διώκεται γιατί δεν έκανε «περαίωση» στο Ξυλουργείο…
Η Φάτνη δεν πήρε άδεια ημιυπαίθριου…
Η Μαρία δεν δικαιούται επίδομα τοκετού…
Το Άστρο το λαμπρό έσβησε, αφού διακόπηκε η παροχή ρεύματος, λόγω μη καταβολής του φόρου ακινήτου…
Οι Βοσκοί έφυγαν μετανάστες στην Αυστραλία…
Οι Άγγελοι απολύθηκαν ως συμβασιούχοι…
Και οι Μάγοι διώκονται ως λαθρομετανάστες…
Άκυρα τα Χριστούγεννα,
να σταθούμε ο ένας κοντά στον άλλο…
Χρόνια πολλά! Βαστάτε γερά! Απλώστε τα χέρια σας για να δώσετε και να πάρετε βοήθεια!
Είμαστε μόνοι μας αλλά είμαστε πολλοί!
Η αλληλεγγύη υπήρχε από παλιά, αλλά την ξεχάσαμε, καιρός να την θυμηθούμε πάλι!...
Όταν πέθανε ο πατέρας μου, το 1964 (οικογένεια με δυο παιδιά- εγώ στη Β Δημοτικού και η αδελφή μου στην Α Γυμνασίου) κάθε πρωί έξω από την πόρτα του σπιτιού μου, οι χωριανοί μας βάζανε σακουλάκια με τρόφιμα, χωρίς να αφήσουν σημείωμα ποιος έφερε τι....
Άλλοτε τη νύχτα ερχόταν ένα ταξί, σταματούσε στα 50 μέτρα από την αυλόπορτα, κατέβαινε ο ταρίφας κι έφερνε τσάντες με τρόφιμα…
Μια κυρία έμενε στο πίσω κάθισμα του ταξί να τον δει ότι μας τα έδωσε… Κι όταν αυτός έφευγε βιαστικός (όπως ήταν η εντολή…) η μάνα μου έμενε «άγαλμα» στην πόρτα να κοιτάζει το ταξί που ξεμάκραινε και χανόταν στο σκοτάδι…
Δε με ένοιαζαν τα δάκρυα της μάνας μου… Ήθελα να δω τα δάκρυα εκείνης της κυρίας στο σκοτάδι…
Ήμουν μαθητής του Δημοτικού τότε μα στήθηκα 2-3 νύχτες και το πέτυχα!…
Μια βραδιά που ξαναήλθαν, ήμουν κρυμμένος σε μια γράνα. Κρύωνα, είχε και λάσπες αλλά δεν φοβόμουν καθόλου. Ήθελα ΝΑ ΤΗ ΔΩ…
Ενώ γύριζε ο ταξιτζής, βγήκα και κόλλησα τα χείλη μου στο τζάμι της!… Με είδε… Δεν τρόμαξε. Ήταν σκοτάδι κι έβλεπα μόνο τη σιλουέτα της. Άπλωσε το χέρι της και κόλλησε τα δάχτυλά της στο τζάμι, κάπου στα χείλη μου…
Ένοιωσα ότι το φίλησα…
Πήρα τον αριθμό κυκλοφορίας του ταξί. Δεν ήσαν πολλά τότε. Όταν ήμουν 1η Λυκείου πήγα ένα απόγευμα στην πιάτσα του «ΕΛΛΑΣ»… Τον βρήκα. Τον γνώρισα. Του θύμισα… Δεν μου έλεγε ποια ήταν… ΟΡΚΟΣ!!!
Πήγα κι άλλες φορές στην πιάτσα. Χάιδευε το κεφάλι μου αλλά δεν μου έλεγε. Πήγε 2-3 φορές να μου δώσει χαρτζιλίκι…
Δεν το πήρα κι έφυγα θυμωμένος. Εγώ δεν ήθελα λεφτά, ήθελα ΜΟΝΟ ένα όνομα…
Με συνάντησε μετά από χρόνια, τη μέρα που έκανε το τελευταίο του μεροκάματο, πριν βγει στη σύνταξη… «Άντε, να την ξέρεις, γιατί δεν ξέρω αν θα με ξαναβρείς», μου είπε!...
Ήταν η φιλόλογος της αδελφής μου… Από τότε αγάπησα τη μόρφωση και την αλληλεγγύη…
Αυτός ήταν ο παλιός υπέροχος κόσμος, που είχε μπέσα, σεβασμό, και φιλότιμο!...
Κι εμείς ο νέος κόσμος, ο έξυπνος, ο εγωιστικός, ο φαταούλας...
Ποτέ δεν είναι αργά όμως, σιγά σιγά ανακαλύπτουμε ξανά ο ένας τον άλλον, και αυτή την γοητεία του εμείς, δεν την αλλάζω με όλο το χρυσάφι του κόσμου...
Χρόνια πολλά με μια ευχή:
"ο ένας κοντά στον άλλον"
(γραμμένο στα φωτεινά μελαγχολικά και φοβισμένα Χριστούγεννα, που πέρασα –κατά κάποιο τρόπο συντροφιά- μαζί με τον Παναγιώτη Αννινο, τη Νίνα Γεωργιάδη, τον MorAl, για να αναφερθώ στους μακρινούς…)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου