Οι συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί στην Ελλάδα μετά το τέλος του αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), σφραγίζονταν από τις διώξεις κατά του ΚΚΕ και του ΕΑΜικού κινήματος, ενώ το ίδιο το ΚΚΕ πάλευε ηρωικά όντας «τριχοτομημένο»: Ενα τμήμα του, μαζί και το καθοδηγητικό του κέντρο, ήταν στην πολιτική προσφυγιά, ένα άλλο στις φυλακές και στις εξορίες στην Ελλάδα και ένα τρίτο στην παράνομη δράση. Ταυτόχρονα, το ΚΚΕ προσπαθούσε να αξιοποιήσει τις όποιες νόμιμες δυνατότητες παρείχε η λειτουργία του αστικού πολιτικού συστήματος, συνδυάζοντας την παράνομη δουλειά με τη νόμιμη, αλλά και να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες οπορτουνιστικές πιέσεις που εκδηλώνονταν στο εσωτερικό του Κόμματος καθώς και στον περίγυρό του. Από την άλλη, τα χτυπήματα των Οργανώσεων από τις διωκτικές αρχές είχαν διαμορφώσει ένα κλίμα «χαφιεδοφοβίας», που γινόταν αιτία πολλές συλλήψεις κομμουνιστών να θεωρούνται αποτέλεσμα της ύπαρξης χαφιέδων στον παράνομο μηχανισμό και όχι αποτέλεσμα διαφορετικών αιτιών, όπως της παραβίασης συνωμοτικών κανόνων, τυχαίων περιστατικών και άλλων. Και όλα αυτά, τη στιγμή που η ανασυγκρότηση των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων πρόβαλλε ως το υπ' αριθμόν 1 καθήκον του Κόμματος, ενώ διαρκούσαν οι προσπάθειες πολλαπλής υπονόμευσής του.
Το πρόβλημα των συλλήψεων είχε απασχολήσει και την 7η Ολομέλεια της ΚΕ (14-18 Μάη 1950), η οποία αποφάσισε σχετικά με τα παράνομα στελέχη στην Ελλάδα:
«Ολα τα κομματικά στελέχη που τώρα δουλεύουν παράνομα στην Ελλάδα πρέπει να περάσουν στο εξωτερικό για λόγους ασφάλειας των Κομματικών Οργανώσεων, για ξεκούραση και μόρφωση και για να γίνει εξέταση με σκοπό να βρεθεί άκρη για τα σοβαρά χτυπήματα που μας κατάφερε ο εχθρός στα τελευταία χρόνια»1.
Μετά τις συλλήψεις της άνοιξης 1949 η οργάνωση των ΕΠΟΝιτών, όπως λεγόταν, με επικεφαλής τον Σταύρο Κασιμάτη, αυτονομήθηκε από το κλιμάκιο που καθοδηγούσε ο Ν. Πλουμπίδης. Ο ίδιος ο Κασιμάτης, λαθεμένα, υποψιαζόταν ότι ο Ν. Πλουμπίδης είχε δώσει στην Ασφάλεια τον παράνομο μηχανισμό. Η απόφαση για τη δημιουργία του δεύτερου καθοδηγητικού κέντρου πάρθηκε δίχως προηγούμενη συνεννόηση του Κασιμάτη με το ΠΓ. Αργότερα, το ΠΓ ενέκρινε την επιλογή της αυτονόμησης.
«Χωρίς περιστροφές αναφέρομαι σύντομα στις συλλήψεις, στη δημιουργημένη από αυτές κατάσταση και προτείνω να αναλάβουμε εμείς οι τέσσερις πρωτοβουλία για ανασυγκρότηση των οργανώσεων, όχι μόνο της ΕΠΟΝ αλλά και του Κόμματος»2.
Στο δεύτερο καθοδηγητικό κέντρο, που το συναντάμε και ως κέντρο των ΕΠΟΝιτών, άλλοτε και των Μακρονησιωτών, εντάχθηκαν και απολυμένοι από τη Μακρόνησο, όπως ο Αντώνης Μπριλλάκης, ο Πότης Παρασκευόπουλος και ο Παναγιώτης Κατερίνης.
Στο πλαίσιο των μέτρων ανασυγκρότησης των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων, η 7η Ολομέλεια προσέλαβε τους Νίκο Μπελογιάννη και Νίκο Ακριτίδη ως αναπληρωματικά μέλη της ΚΕ.
Λίγες μέρες μετά την 7η Ολομέλεια ο Μπελογιάννης αναχώρησε για την Ελλάδα από την πολιτική προσφυγιά όπου βρισκόταν, μέσω της διαδρομής Παρίσι - Ρώμη - Αθήνα. Εφθασε αεροπορικώς στις 7 Ιούνη 1950, με το όνομα Ερρίκος Πανόζ στο αργεντινό του διαβατήριο. Πέντε μήνες αργότερα, το Νοέμβρη του 1950, τον ακολούθησε ο Νίκος Ακριτίδης.
Ο Μπελογιάννης δούλεψε ως καθοδηγητής των παράνομων Οργανώσεων του ΚΚΕ, μαζί και των Πλουμπίδη και Βαβούδη.
Σε τηλεγράφημα, με ημερομηνία 21 Ιούνη 1950, που έστειλε στο ΠΓ μετά τον ερχομό του ο Μπελογιάννης ανέφερε για τους Πλουμπίδη και Βαβούδη, με τους οποίους είχε εντολή να μη συνδεθεί:
«Από 1
Αρ. 31
Κ
Εφθασα 7 Ιούνη. Ρώμη ψώνισα ένα Ιταλό 300 δολάρια και έβγαλε τράνζιτο. Σας γράφω κρίσεις μου για ανθρώπους μας. Ο Μπ (Νίκος Πλουμπίδης) είναι εντάξει (...) Αρρώστια και απομόνωση συντελούν βλέπει μερικά ζητήματα στενά σχολαστικά χλιαρά. Κουφός (Νίκος Βαβούδης) μάλλον εντάξει. Σε άρρωστο Μπ, πρότεινε αναλάβει αυτός καθοδήγηση»3.
Η πολεμική για την αποστολή Μπελογιάννη
Σχετικά με την αποστολή του Νίκου Μπελογιάννη έχει διεξαχθεί και συνεχίζεται ως τις μέρες μας έντονη ιδεολογικοπολιτική επίθεση κατά του ΚΚΕ, κυρίως από την πλευρά του οπορτουνιστικού χώρου. Στο επίκεντρο της επίθεσης βρίσκεται πρωταρχικά ο χαρακτήρας του ΚΚΕ ως Κόμματος νέου τύπου, όπως επίσης και ο τότε ΓΓ της ΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης.
Τόσο στην προπολεμική περίοδο, όσο και στα χρόνια που αναφερόμαστε, στην επίθεση κατά του ΚΚΕ και του Ζαχαριάδη ως Γενικού Γραμματέα πρωτοστάτησαν φυσικά οι ιδεολογικοί και πολιτικοί μηχανισμοί της αστικής τάξης. Ωστόσο, πολλές φορές η παρέμβασή τους γινόταν σχεδόν περιττή, αφού το ρόλο τους αναλάβαιναν άλλοι, προερχόμενοι «εκ των έσω». Για παράδειγμα, είναι περίπου μνημειώδης η συκοφαντική επίθεση του Γιάννη Πετσόπουλου, ο οποίος, σε βιβλίο του - λίβελο4 κατά του Ζαχαριάδη, τον κατηγορεί ότι «έσπασε» στα μπουντρούμια της Μεταξικής δικτατορίας και έγραψε ένα σοσιαλπατριωτικό γράμμα (εννοεί το πρώτο γράμμα για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο), προκειμένου να σώσει τη ζωή του!
Μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) ακολούθησε η 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (11-12 Μάρτη 1956), η οποία καθαίρεσε τον Ζαχαριάδη από ΓΓ της ΚΕ και μέλος του ΠΓ. Στη συνέχεια η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (18-24 Φλεβάρη 1957) τον καθαίρεσε από την ΚΕ και τον διέγραψε από μέλος του Κόμματος, ενώ αποφάσισε να διερευνήσει ολόκληρη την κομματική πορεία του, για να εξετάσει αν ήταν πράκτορας του εχθρού.
Ο οπορτουνιστικός χώρος έχει υποστηρίξει ότι η αποστολή του Μπελογιάννη υπονόμευε την πορεία της πολιτικής και δημοκρατικής ομαλότητας που, όπως ισχυρίζεται, είχε ξεκινήσει από τον Απρίλη του 1950, με το σχηματισμό της κυβέρνησης Ν. Πλαστήρα - Σοφ. Βενιζέλου - Γ. Παπανδρέου. Και αυτό γιατί:
«Οταν ο Μπελογιάννης έφυγε από το Βουκουρέστι, άφησε εκεί μια κομμουνιστική ηγεσία και ένα Κόμμα που μολονότι είχε ηττηθεί, δεν είχε αποβάλει την αντάρτικη στολή και την ψυχολογία του βουνού. Ο Ζαχαριάδης διακήρυσσε από το ραδιοφωνικό σταθμό που είχε εγκαταστήσει στις ανατολικές χώρες ότι οι αντάρτες κρατούν τα όπλα "παρά πόδα".
(...) Ετσι στο εσωτερικό της χώρας άρχισε να καλλιεργείται από το "σκληρό πυρήνα" της άκρας δεξιάς η ανησυχία ότι οι κομμουνιστές ετοιμάζουν τον "τρίτο γύρο"»5.
Ακόμα:
«Και ο Μπελογιάννης, σ' αυτή την υπόθεση (...) ήταν ο ιδεολόγος κομμουνιστής που αντιμετώπισε με αξιοπρέπεια και πνευματική ηρεμία τις συνέπειες ενός εμφυλίου πολέμου που, ενώ είχε λήξει από καιρό, οι "σκληροί" πυρήνες των αντιπάλων συντηρούσαν το κλίμα του τεχνητά, σ' ένα απίθανο και εθνικά επιζήμιο πολιτικό παιχνίδι»6.
Παρόμοιες αντιλήψεις του οπορτουνιστικού χώρου δείχνουν επιπλέον τέλεια αδιαφορία για όσα συνέβαιναν στον κόσμο, που μέρος τους αποτελούσαν και οι εξελίξεις στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα οι τέτοιες απόψεις της ηττοπάθειας και της υποταγής εμπεριέχουν και το εχθρικό στοιχείο απέναντι στην πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης, που την τοποθετούν στη θέση της συνυπεύθυνης με τις ΗΠΑ για την πολιτική του «ψυχρού πολέμου». Κι ας κηρύχθηκε ο τελευταίος από τον ιμπεριαλισμό, κόντρα στη φιλειρηνική πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων κρατών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Είναι γεγονός ότι η 6η Ολομέλεια (9 Οκτώβρη 1949) είχε αποφασίσει:
«...στη χώρα ξεσπούν κα φουντώνουν μεγάλοι λαϊκοί αγώνες, ενώ οι κύριες δυνάμεις του ΔΣΕ, παρά τη μοναρχοφασιστική επιτυχία στο Βίτσι - Γράμμο, παραμένουν άθιχτες και με το όπλο παρά πόδα»7.
Ταυτόχρονα, η 6η Ολομέλεια είχε αποφασίσει την πλήρη αλλαγή της τακτικής του ΚΚΕ. Συγκεκριμένα:
β) Να μεταφέρει το κέντρο βάρους της δουλειάς του στην οργάνωση και καθοδήγηση των οικονομικών και πολιτικών αγώνων... (...)
δ) Στο κέντρο της προσοχής του Κόμματος πρέπει να μπει το πρόβλημα της υπεράσπισης της ειρήνης (...)
ζ) Το Κόμμα πρέπει, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που υπάρχουν, να βγάλει στην Αθήνα νόμιμη, περιοδική, μαζική πολιτική εφημερίδα»8.
Με βάση αυτά τα ντοκουμέντα πρέπει να προσεγγίζεται η ιστορική αλήθεια και για την «υπόθεση Μπελογιάννη», ανεξάρτητα από το γεγονός ότι στην πολιτική του ΚΚΕ εντοπίζεται η αντίφαση, από τη μία να γίνεται λόγος για επαναστατική κατάσταση και από την άλλη να ακολουθείται (σωστά) η προηγούμενη πολιτική κατεύθυνση.
Ομως, η επίθεση για την αποστολή Μπελογιάννη έχει και τα συκοφαντικά χαρακτηριστικά της. Εξιστόρησε στο παρελθόν η Ελλη Παππά, που τα λεγόμενά της έγραψε η «Αυγή» μετά το θάνατό της:
«Ο Ζαχαριάδης είχε ανάγκη να δημιουργήσει τον μύθο ενός μάρτυρα και τον μύθο ενός προδότη. Τον Μπελογιάννη τον χρησιμοποίησε στη θέση του μάρτυρα. Και τον Πλουμπίδη στη θέση του προδότη»9.
Τα ίδια έγραψαν οι Πότης Παρασκευόπουλος, Τάσος Βουρνάς κ.ά. Τα γεγονότα διαψεύδουν τέτοιες αυθαιρεσίες.
Η αποστολή του Μπελογιάννη ήταν αναγκαία και από την άποψη ότι χρειαζόταν να έρθει στην Ελλάδα κάποιο από τα πιο ικανά στελέχη που διέθετε τότε το ΚΚΕ. Και ήρθαν εκείνα τα χρόνια δεκάδες στελέχη από την προσφυγιά, για να βοηθήσουν στην ανασυγκρότηση του Κόμματος. Ετσι έπρεπε να κάνει ένα Κομμουνιστικό Κόμμα που σέβεται το όνομά του και την ιστορία του.
Στον Μπελογιάννη το ΠΓ και η ΚΕ είχαν επενδύσει μεγάλες ελπίδες. Το έδειχναν η ανάδειξή του στην ΚΕ και η ευθύνη που του ανατέθηκε στον παράνομο μηχανισμό.
Ετσι, είναι απόλυτα ταιριαστές οι παρακάτω φράσεις:
«Για να μην υπάρξουν ταλαντεύσεις και στο εσωτερικό και να εφαρμοστεί πιστά η γραμμή της, η ηγεσία του ΚΚΕ στέλνει με πλαστά διαβατήρια στην Ελλάδα τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Νίκο Μπελογιάννη και Νίκο Ακριτίδη, παλιό μαθητή της Σχολής Ευελπίδων και ηγετικό στέλεχος της ΕΠΟΝ κατά την Κατοχή»10.
Ο Μπελογιάννης είχε γράψει στο ημερολόγιό του:
«...μια ζωή μονότονη, πληχτική, χωρίς σοβαρό περιεχόμενο. Οαση η Συνδιάσκεψη και η 6η Ολομέλεια. Ο καιρός περνάει με το διάβασμα και με την προσμονή να ριχτούμε από μέρα σε μέρα στη δουλειά και στη δράση»11.
«Να θυμάστε, σύντροφοι, ότι μόνο εκείνα τα στελέχη είναι καλά, που δε φοβούνται τις δυσκολίες, που δεν κρύβονται από τις δυσκολίες, αλλά, αντίθετα, πηγαίνουν να συναντήσουν τις δυσκολίες για να τις υπερνικήσουν και να τις εξαλείψουν. Μόνο στην πάλη με τις δυσκολίες σφυρηλατούνται τα πραγματικά στελέχη»12.
Στα τόσα που γράφτηκαν και ειπώθηκαν για τον Μπελογιάννη, μετά το θάνατο της Ελλης Παππά, οι ρήτορες και οι συγγραφείς επιδίωξαν να αποσυνδέσουν τον Μπελογιάννη από το πραγματικό γεγονός: Οτι έζησε και εκτελέστηκε ως στέλεχος του ΚΚΕ. Ταυτόχρονα ισχυρίστηκαν και συνεχίζουν να ισχυρίζονται ότι ο Μπελογιάννης δεν ανήκει στο ΚΚΕ, αλλά ότι ανήκει στη λεγόμενη «κομμουνιστική αριστερά» ή και γενικότερα στην «αριστερά»! Ετσι, μετά τον Λ. Κύρκο, ο οποίος έγραψε ότι ο Μπερλινγκουέρ του θύμισε αργότερα κάτι από τον Μπελογιάννη(!), πολλοί ακόμα από τον οπορτουνιστικό και σοσιαλδημοκρατικό χώρο, όπως οι Π. Παρασκευόπουλος, Τ. Βουρνάς κ.ά. έγραψαν παρόμοια φαιδρά, ενώ στην ΕΤ-3 (27/3/2010) ο συγγραφέας Β. Βασιλικός είπε ότι ο Μπελογιάννης ήταν ο Ελληνας Γκράμσι!...
Οι Μπελογιάννηδες ανήκουν στο ΚΚΕ. Και βεβαίως δεν ανήκουν πολιτικά στους συγγενείς τους, οπουδήποτε και αν βρίσκονται οι τελευταίοι ιδεολογικά ή και κομματικά. Είναι τελείως διαφορετικοί οι συγγενικοί δεσμοί αίματος από τους δεσμούς αίματος των ηρωικών νεκρών μας με το ΚΚΕ. Μόνον αυτοί οι δεσμοί μπορούν να αποτιμηθούν ιστορικά και πολιτικά.
Παρόμοιες τοποθετήσεις είχε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν η Ελλη Παππά. Σε μία από αυτές, με αφορμή συνέντευξη που έδωσαν στη ΝΕΤ (22 Απριλίου 1998) η ίδια και η Διδώ Σωτηρίου, είχε απαντήσει ο «Ριζοσπάστης» με το άρθρο «Το ΚΚΕ γεννάει Μπελογιάννηδες»13. Ανάμεσα σε άλλα στο άρθρο γράφτηκε:
«...δεν μπορεί κανείς να μην επισημάνει, τόσο ορισμένες ουσιώδεις παραλείψεις, όσο και αρνητικές υπογραμμίσεις στις οποίες στάθηκαν η Διδώ Σωτηρίου και η Ελλη Παππά.
(...) Ο Νίκος Μπελογιάννης υπήρξε γνήσιο παιδί του ΚΚΕ. Στις γραμμές του διαπαιδαγωγήθηκε και αναπτύχθηκε, μέσα στις φυλακές, στην ΕΑΜική Αντίσταση, στο Δημοκρατικό Στρατό, στην παρανομία. Ουσιαστικά ο Μπελογιάννης, όντας στο ΚΚΕ από τα πρώτα εφηβικά χρόνια μέχρι το τέλος του, δεν γνώρισε άλλη ζωή πέραν αυτής στο ΚΚΕ. Εκεί διαμόρφωσε την προσωπικότητά του. Δίχως το ΚΚΕ δεν θα υπήρχε Μπελογιάννης. Οπως δεν θα υπήρχαν και οι χιλιάδες επώνυμοι και μη επώνυμοι Μπελογιάννηδες που γέννησε τούτο το Κόμμα.
Και όμως, αυτό το οφθαλμοφανέστατο, αυτό το χιλιάδες φορές αποδεδειγμένο και θεμελιακής σημασίας θέμα, δεν θεώρησαν άξιο λόγου να το αναφέρουν ούτε μια φορά οι Ελλη Παππά και Διδώ Σωτηρίου(...) Το προσπέρασαν ως μη υπάρχον.
Μετά το θάνατο της Ελλης Παππά δημοσιεύτηκαν από το Μουσείο Μπενάκη σε βιβλίο τα δύο πολυσέλιδα κείμενά της που είχε καταθέσει σε αυτό πολλά χρόνια πριν, με την εντολή να δημοσιευτούν αφού πεθάνει.
Διαβάζοντας το βιβλίο αντιλαμβάνεται κανείς γιατί πανηγύρισε ο αστικός Τύπος, που βεβαίως δεν σκοτίστηκε για την ιστορική αλήθεια, παρά μόνο για το πώς θα επιτεθεί στο ΚΚΕ. Το βιβλίο περιέχει κατωτάτου επιπέδου αναφορές της Ελλης Παππά σε πρόσωπα και πράγματα, καθώς και πολλές ανακρίβειες, που ο «Ριζοσπάστης» έχει αναφερθεί εκτενώς και σχολιάσει.
Στο μεταξύ τίποτα το νέο δεν υπάρχει στα δημοσιεύματα του αστικού Τύπου. Απλώς αναμασούν τα ίδια. Και εκλαμβάνουν περίπου ως θέσφατο οτιδήποτε έχει πει κάποιος από τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής, αρκεί αυτό να στρέφεται κατά του ΚΚΕ. Για τον ίδιο λόγο αντιμετωπίζουν ως ιστορική πηγή κάθε μαρτυρία της Ελλης Παππά. Αυτό συνιστά αυθαιρεσία. Το γιατί, φαίνεται από το εξής παράδειγμα:
Πολλές φορές η Ελλη Παππά υπογράμμισε σε συνεντεύξεις της ότι ο Μπελογιάννης της είπε «να ζήσεις για το παιδί και για την εκδίκηση». Το νόημα που η Ελλη Παππά έδωσε σε αυτή τη φράση έπειτα από χρόνια, είναι ότι με τη λέξη«εκδίκηση» ο Μπελογιάννης, ούτε λίγο ούτε πολύ, εννοούσε ανατροπές στην οργανωτική λειτουργία του Κόμματος, στα επαναστατικά του χαρακτηριστικά και άλλα, όπως και «εκδίκηση» για την επιλογή από το ΚΚΕ της ένοπλης πάλης στα 1946-1949. Ομως, άλλα έγραψε η ίδια πριν από πολλά χρόνια σχετικά με τη λέξη «εκδίκηση».
«Πρέπει να ζήσεις για την εκδίκηση. Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια του Μπελογιάννη όταν έφευγε για το εκτελεστικό απόσπασμα. Είμαι βέβαιη πως εσείς λεύτεροι άνθρωποι στην Ελλάδα και σ' όλο τον κόσμο, τον ακούσατε μαζί μου, μα και πως σας εμπνέουν την ίδια αγανάκτηση, την ίδια φλόγα, για να εκδικηθείτε τους δολοφόνους του Μπελογιάννη, τους δολοφόνους χιλιάδων και χιλιάδων αγωνιστών, εκείνους που αλυσοδένουν τους λαούς και δολοφονούν τα καλύτερα παιδιά του»14.
Εξάλλου, στα γράμματα που έστειλε στον Νίκο Ζαχαριάδη από τη φυλακή το 1952, η Ελλη Παππά αναφέρθηκε και πάλι στην «εκδίκηση», γράφοντας:
«Αγαπητέ μου σ., αυτά είναι λίγα μπροστά στα όσα έχω να σου πω. Δεν ξέρω αν κατάφερα τίποτα, βλέπεις δεν διαβάζω15και τι γράφω και ίσως βρεις και ασυναρτησίες. Πάντως το να σας το πω έστω και κουτσά το θεωρώ σαν υπέρτατη υποχρέωσή μου και σε σας και στο Κόμμα και στην εκδίκηση που μου ζήτησε ο Νίκος. Σκέφτεσαι σ. πως όλη αυτή η πλεκτάνη δεν θα μπορούσε να γίνει αν ζούσε; Γι' αυτό τον φάγανε (...) Σύντροφε, σου στέλνουμε όλη μας τη σκέψη, την αγάπη και την ελπίδα πως θα γιατρέψετε γρήγορα την κατάσταση όπως πρέπει και όπως περιμένουμε»16.
Το βέβαιο είναι ότι ο Μπελογιάννης επέδειξε αταλάντευτη στάση στην εφαρμογή της πολιτικής του Κόμματος. Και πάντως κανένας δεν δικαιούται να «μεταφέρει» σήμερα τον Μπελογιάννη στον λεγόμενο «ανανεωτικό» χώρο. Γιατί αυτό επιχειρείται.
Δεν είναι, λοιπόν, αξιόπιστη κάθε μαρτυρία της Ελλης Παππά, αφού στα λόγια και στα γραπτά της υπάρχουν πολλές αντιφάσεις. Ας προστεθούν εδώ και τα παρακάτω αξιοσημείωτα:
Αν και η Ελλη Παππά σωστά πάλεψε για να πείσει ότι ο Πλουμπίδης δεν ήταν πράκτορας του εχθρού, όπως τον είχε άδικα κατηγορήσει η ηγεσία του ΚΚΕ, ωστόσο κάποιο διάστημα και η ίδια είχε ερωτηματικά για τον Πλουμπίδη, τα οποία διατύπωσε στον Ν. Ζαχαριάδη σε μία από τις εκθέσεις που του έστειλε από τη φυλακή.
H Ελλη Παππά ήταν κατηγορηματική και για την Ρόζα Ιμβριώτη και για πολλές άλλες συγκρατούμενές της:
«Χρησιμοποιούνται ανεξέλεγκτα από την οργάνωση στοιχεία αντικομματικά - αντιηγετικά που έκαναν θραύση στις φυλακές και στις εξορίες (όπως κάτι δικηγορίνες που είχαμε εδώ) ή η Ρόζα Ιμβριώτη που στην εξορία έκανε καθαρά αντιηγετική δουλιά και κατά τη γνώμη μου είναι πράχτορας»17.
«Και - έξω απ' τους μικρούς - πραγματικός χαφιές είναι αυτός που βρίσκεται στην Αθήνα επικεφαλής της δουλιάς. Αν αυτός είναι πάντα ο Ακριτίδης, τότε χαφιές είναι ο Ακριτίδης».18
Ακόμα:
«2) Τι συμβαίνει με τους κώδικες; Πριν αρχίσει η δεύτερη δίκη ο Μπάρμπας μού είχε γράψει πως αρχείο δεν κρατιόταν και δεν μπορούσαν να έχουν τίποτα στα χέρια τους. Αποδείχτηκε ότι είχαν πολλά στα χέρια τους. Σχηματίσαμε βαριές υπόνοιες για τον Βαβούδη. Ο Νίκος μάλιστα στην Καλλιθέα μου είπε πως ο Β. στην κατοχή ήταν στον Τίτο και μπορεί να τον ψωνίσανε τότε. Για το Β. εγώ είχα υπόνοιες από τις εκλογές του 1950. Αλλοτε μπορώ να σας πω πού τις στήριζα. Τις είπα στον Μπάρμπα, που όμως δεν τις πήρε στα σοβαρά. Και μάλιστα του τις είπε σαν κριτική δική μου. Από τότε χρονολογείται και το άσβεστο μίσος του Β. για μένα που το πληροφορήθηκα πολύ αργά, μόλις είδα το αξιοθρήνητο σήμα για μένα και το Νίκο. Τις υπόνοιές μου για αυτόν τις διατηρώ. Κανείς δεν τον είδε νεκρό. Θα φρίξετε αν κάποτε μάθετε πώς δούλευε αυτός ο άνθρωπος. Μα και μόνο η προσπάθειά του να μας συκοφαντεί όλους και η τάση του να θέλει να πάρει όλη τη δουλειά στα χέρια του, δείχνουν πολλά. Ούτε και μπορούμε να πιστέψουμε πως αυτοί έχουν στις γραμμές μας ένα πράχτορα και όχι δίχτυ από τέτοιους. Αν οι κώδικες δεν είναι από τον Βαβούδη, ποιος τους έδωσε; Σ' αυτό ίσως θα μπορούσε να δώσει απάντηση ο Μπάρμπας. Νομίζω πως αυτό θα μπορούσε να το κάνει μόνο ο Ακριτίδης»19.
Το γεγονός ότι η Ελλη Παππά έκανε λαθεμένες εκτιμήσεις για πρόσωπα και πράγματα, εξηγείται, μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί και να δικαιολογείται, παίρνοντας κανείς υπόψη τις δύσκολες και σύνθετες συνθήκες δράσης του ΚΚΕ. Ωστόσο, στις μέχρι το θάνατό της δημόσιες τοποθετήσεις δεν έχει σταθεί αυτοκριτικά, ενώ έχει επιπλέον καταγγείλει άλλους που υπέπεσαν στα ίδια λάθη με τα δικά της.
Η πρώτη δίκη με το νόμο 509/1947
Ο Μπελογιάννης έπεσε στα χέρια της Ασφάλειας στις 20 Δεκέμβρη 1950. Οι αστυνομικοί, που, κατά πάσα πιθανότητα, τον περίμεναν, τον συνέλαβαν μόλις μπήκε στο σπίτι της οδού Πλαπούτα 30, κοντά στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Το σπίτι λειτουργούσε ως γιάφκα του παράνομου μηχανισμού.
Η σύλληψη ανακοινώθηκε από τον Τύπο στις 4 Γενάρη 1951. Αναφέρονταν ανάμεσα σε άλλα:
«Ο Νίκος Μπελογιάννης, εξ Αμαλιάδος, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, αποσταλείς κατόπιν εντολής του Πολιτικού Γραφείου από τας χώρας του Παραπετάσματος εις την Ελλάδα (...) διά την ανασυγκρότησιν του παρανόμου μηχανισμού και την προπαρασκευήν του Τετάρτου Γύρου. (...) συνελήφθη εις τας Αθήνας, κατόπιν κεραυνοβόλου ενεργείας της Ασφαλείας του Κράτους, (...) Ο Μπελογιάννης έφθασεν εις τας Αθήνας, κατέλυσεν εις το ξενοδοχείον «Μέγα» και ήρχισεν αμέσως τας επαφάς του με τα στελέχη, χρησιμοποιών ως σύνδεσμον την Ελλη Ιωαννίδου, μέλος της ΚΟΑ»20.
Οι 93 κομμουνιστές παραπέμφθηκαν σε δίκη με βάση το νόμο 509/1947, ότι επεδίωξαν «την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος».
Η δίκη τους άρχισε στις 19 Οκτωβρίου 1951 στο Εκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών, που συνεδρίαζε στα δικαστήρια της οδού Σανταρόζα. Πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο αντισυνταγματάρχης της στρατιωτικής δικαιοσύνης Ανδρέας Σταυρόπουλος και στρατοδίκες οι ταγματάρχες Νικόλαος Κομνιανός, Γεώργιος Παπαδόπουλος (ο μετέπειτα δικτάτορας), Γεώργιος Κοράκης και ο λοχαγός Θεμ. Κυριακόπουλος.
Με τη στάση του στο δικαστήριο ο Μπελογιάννης συνέτριψε το κατηγορητήριο, υπεράσπισε την πολιτική του ΚΚΕ και τον αγώνα του ΔΣΕ:
«Αντιτάξαμε βία στη βία. Δεν ήταν δυνατό να καθίσουμε και να λέμε "σφάξε με αγά μου, ν' αγιάσω". Η πολιτική μας αυτή στηρίζονταν στο λαό, γι' αυτό και τρία χρόνια αντιμετωπίσαμε τόσες δυσκολίες»21.
Τέλειωσε την απολογία του με τα παρακάτω λόγια:
«Σας μίλησα για την πολιτική του ΚΚΕ. Θέλω όμως να τονίσω και αυτό: Οτι το ΚΚΕ έχει ρίζες στο λαό ποτισμένες με αίμα και δεν εξοντώνεται ούτε με στρατοδικεία, ούτε με εκτελεστικά αποσπάσματα. Η πολιτική του απόβλεπε πάντοτε στο καλό του λαού και της χώρας μας. Σ' αυτό αποβλέπει και σήμερα. Γι' αυτό και ο λαός το υποστηρίζει. (...) Γι' αυτή μας την πολιτική με δικάζετε. Δεν ζητώ την επιείκειά σας. Θα δεχτώ με περηφάνια και στωικότητα την καταδίκη μου και θαρραλέα θα αντιμετωπίσω ακόμη και το εκτελεστικό σας απόσπασμα»22.
Η δίκη διάρκεσε ως τις 16 Νοεμβρίου. Από τους 93 κατηγορούμενους οι 12 καταδικάστηκαν σε θάνατο.
Μετά τη δίκη, ο Μπελογιάννης μεταφέρθηκε στις φυλακές της Κέρκυρας. Εκεί ολοκλήρωσε το γνωστό βιβλίο «Σχέδιο για μια ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας: Πρώτες μακρινές ρίζες, προσχέδιο, σημειώσεις», το οποίο είχε αρχίσει να σχεδιάζει στο κελί της απομόνωσης.
Οι ασύρματοι - η δεύτερη δίκη με το νόμο 375/1936
Στο μεταξύ, δύο μέρες πριν από τη λήξη της πρώτης δίκης, στις 14 Νοεμβρίου 1951, δυνάμεις της Κρατικής Ασφάλειας περικύκλωσαν τη βίλα «ΑΥΡΑ» στην Ανω Γλυφάδα και το σπίτι της οδού Λυκούργου 39 στην Καλλιθέα. Η βίλα «ΑΥΡΑ», όπου ζούσε η οικογένεια του Ηλία Αργυριάδη, παλιού στελέχους του ΚΚΕ, ήταν η κρύπτη του ενός ασυρμάτου και το σπίτι της Καλλιθέας όπου κατοικούσε η οικογένεια του Νίκου Καλούμενου, επίσης παλιού στελέχους του Κόμματος, ήταν η κρύπτη του δεύτερου ασυρμάτου. Σε αυτή βρισκόταν εκείνη την ώρα και ο Βαβούδης. Στο μεταξύ, από τις 23 Οκτωβρίου 1951 είχε συλληφθεί από την Ασφάλεια Πειραιά ο δικηγόρος και οικονομολόγος Δημήτρης Μπάτσης.23
Ο Αργυριάδης συνελήφθη, ενώ η γυναίκα του Κατερίνα Δάλλα αυτοκτόνησε. Η ασυρματίστρια Ρούλα Λαζαρίδου είχε φυγαδευτεί από τον Βαβούδη. Συνελήφθησαν επίσης ο Καλούμενος και η γυναίκα του Ουρανία. Ο Βαβούδης αυτοκτόνησε μέσα στην κρύπτη.
Με το «στοιχείο» των ασυρμάτων άρχισε στις 15 Φεβρουαρίου 1952 η δεύτερη δίκη του Νίκου Μπελογιάννη και ακόμα 28 κομμουνιστών, με την κατηγορία της «διενέργειας κατασκοπείας κατά των συμφερόντων του κράτους».
Η δίκη στο Α΄ Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών διεξήχθη με βάση τον Μεταξικό νόμο 375/1936, που ανασύρθηκε από τα συρτάρια και μπήκε σε εφαρμογή.
Με την κατηγορία της κατασκοπείας το αστικό κράτος επεδίωξε το διασυρμό του ΚΚΕ ως κόμματος ξενοκίνητου, που η δράση του δήθεν ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με τα συμφέροντα του λαού. Η κατηγορία εξυπηρετούσε το στόχο της απομόνωσης του ΚΚΕ από το λαό, τη συκοφάντηση και το μηδενισμό της ηρωικής δράσης του ενάντια στο γερμανοϊταλικό και βουλγαρικό και στη συνέχεια στον αγγλικό και αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ο ταξικός αντίπαλος κατασκεύασε αυτή την κατηγορία διαστρέφοντας απόλυτα το περιεχόμενο του προλεταριακού διεθνισμού, τον πατριωτισμό της εργατικής τάξης.
Στην Ελλάδα, η «Φωνή της Αμερικής» μετέδωσε:
«Η δίκη Μπελογιάννη αποδεικνύει στον Ελεύθερο Κόσμο πως τα κομμουνιστικά κόμματα, όπου κι αν βρίσκονται, δεν είναι πολιτικά κόμματα, όπως τα υπόλοιπα, αλλά κατασκοπευτικές οργανώσεις»24.
Το αστικό κράτος είχε και άλλους λόγους που χρειαζόταν την αναβίωση του συγκεκριμένου νόμου. Η επιλογή του συντασσόταν με τη διεθνή αντικομμουνιστική υστερία και την ψυχροπολεμική πολιτική του καπιταλισμού. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι την ίδια περίοδο στις ΗΠΑ (29 Μάρτη 1951) καταδικάστηκαν σε θάνατο ως κατάσκοποι της Σοβιετικής Ενωσης ο Τζούλιους και η Εθελ Ρόζενμπεργκ, που εκτελέστηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα στις 19 Ιουνίου 1953.
Στις 18 Φεβρουαρίου 1952 η ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου «για τους πραγματικούς σκοπούς της νέας δίκης Μπελογιάννη» ανέφερε:
«Ποιος θα πιστέψει το συνεργάτη του Ιταλού κατακτητή και τον οργανωτή της δολοφονίας του Αμερικανού δημοσιογράφου Πολκ, το δήμιο του ελληνικού λαού Ρέντη, τα παραμύθια και τα κατασκευάσματά του;
Ποιος θα πιστέψει την κατηγορία για κατασκοπεία τη στιγμή που ο επίσημος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον Ο(ργανισμό) Ε(νωμένων) Ε(θνών) Κύρου από πολύ τώρα καιρό ζητούσε απ' την κυβέρνηση, όπως έγραψε το προσωπικό δημοσιογραφικό του όργανο, η «Εστία» της 12ηςτου Δεκέμβρη 1951, οι κομμουνιστές να δικάζονται όταν δε συνεδριάζει η γενική συνέλευση του ΟΕΕ και με την κατηγορία της κατασκοπείας, ανεξάρτητα αν αυτή στέκει είτε όχι;
(...) Ποιος μπορεί να αμφιβάλλει για τους πραγματικούς σκοπούς της νέας δίκης Μπελογιάννη, όταν οι υπουργοί της παλατιανής καμαρίλας και του Πλαστήρα, Σακελλαρίου και Ρέντης (...) δήλωναν στη Βουλή στις 10 του Δεκέμβρη του 1951 ότι η πρώτη δίκη του Μπελογιάννη ήταν λάθος, ότι έπρεπε να παραπεμφεί ο Μπελογιάννης με τους συναγωνιστές του στο τακτικό στρατοδικείο, (...) «θα είχον αναμφιβόλως σήμερον εκτελεστεί» (Ρέντης) και όταν ξέρει την κανιβαλική δήλωση του Σακελλαρίου στην ίδια συνεδρίαση: «Σας δίνω το λόγο μου ότι θα εκτελεσθούν όλοι»;»25.
Σε επόμενη ανακοίνωση, στις 23 Φεβρουαρίου 1952, «Η σκηνοθεσία καταρρέει. Κάτω τα χέρια απ' τον Μπελογιάννη»το ΠΓ κατάγγειλε:
«Ο γνωστός (...) Ρέντης ομολόγησε χτες στη Βουλή ότι καταρρακώθηκε κιόλας η εγκυρότητα του στρατοδικείου και της απόφασής του. (...) Το ΚΚΕ ποτέ δεν έκρυψε την πολιτική του (...) δηλώνει ότι είναι πάντα έτοιμο να δεχθεί μέσα στην ίδια την Αθήνα οποιαδήποτε πολιτική αντιδικία με τον μοναρχοφασισμό και την αμερικανοκρατία, εφόσον θα εξασφαλίζονταν οι απαραίτητες νομικές και πολιτικές εγγυήσεις, κάτω από την εποπτεία του ίδιου του λαού και αρμόδιων διεθνών δημοκρατικών και προοδευτικών οργανώσεων».26
Για πολλούς λόγους, λοιπόν, το αστικό κράτος «ξεπάγωσε» το νόμο 375/1936 «περί κατασκοπείας» και οδήγησε τον Μπελογιάννη και τους συντρόφους του σε δεύτερη δίκη, παρά το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο οι εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων είχαν σταματήσει και παρά το γεγονός ότι ο Μπελογιάννης είχε ήδη καταδικαστεί σε θάνατο με το νόμο 509/1947. Η κατηγορία της κατασκοπείας ήταν πολύ δύσκολο έως αδύνατο να εμπέσει σε αμνηστία, σε αντίθεση με τις καταδίκες με τον 509, για τις οποίες διαφαινόταν ότι μπορούσε η ποινή του θανάτου να μετατραπεί σε ποινή ισόβιων δεσμών.
Στο μεταξύ, ενώ κινήθηκε η διαδικασία παραπομπής των θανατικών ποινών στο Συμβούλιο Χαρίτων, που σε συνέχεια η γνωμάτευσή του θα αποστελλόταν στον βασιλιά Παύλο, ο οποίος θα έπαιρνε την τελική απόφαση, ογκώθηκε η διεθνής αντίδραση για την ματαίωση των εκτελέσεων και πύκνωσαν οι διαμαρτυρίες και τα τηλεγραφήματα προς την κυβέρνηση και τον βασιλιά. Προσωπικότητες παγκόσμιου κύρους, όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο Λουί Αραγκόν, ο Πωλ Ελυάρ, ο Ζαν Πωλ Σαρτρ, ο Ζαν Κοκτώ, και άλλοι, κινητοποιήθηκαν μαζί με εκατομμύρια ανθρώπους για τη σωτηρία του Μπελογιάννη και των συντρόφων του.
Η κατηγορία «περί κατασκοπείας» αντιμετωπίστηκε ως πρόκληση από ανθρώπους των επιστημών και των τεχνών με διεθνές κύρος, ακόμα και από πολιτικούς του αστικού κόσμου, οι οποίοι αντιμετώπισαν ευέλικτα αυτή την ασύστατη κατηγορία.
Το ΚΚΕ, με ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ, στις 18 Φεβρουαρίου 1952, διακήρυξε:
«Μας κατηγορούν για παράνομη δράση. Τους απαντάμε: Το πιο νόμιμο και ιερό δικαίωμα και υποχρέωση του κάθε πατριώτη Ελληνα είναι να παλεύει την παρανομία τους και το νόμο τους. Η πιο άγια και απαραβίαστη νομιμότητα σήμερα στην Ελλάδα είναι ο αγώνας, ο ανειρήνευτος και αποφασιστικός»27.
Η στάση του Μπελογιάννη και άλλων κατηγορουμένων στη δεύτερη δίκη ήταν υποδειγματική, όπως και στην πρώτη. Η επιχειρηματολογία τους κατακεραύνωσε και συνέτριψε την κατασκευασμένη κατηγορία «περί κατασκοπείας».
Παραθέτουμε ένα απόσπασμα από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη:
«... Τον Απρίλη του 1944 στη Λακωνία, τότε που ήταν η περίοδος που οι σύμμαχοι ετοίμαζαν την απόβαση στη Δυτική Ευρώπη, το δεύτερο μέτωπο, για να παραπλανηθούν οι γερμανοί έδωσε εντολή εδώ πέρα το Στρατηγείο της Μ. Ανατολής, έδωσε εντολή στον ΕΛΑΣ να αρχίσει μια έντονη δράση κατά των γερμανών, με σκοπό ακριβώς αυτοί να παραπλανηθούν. Και πραγματικά άρχισε αυτή η δράση. Οι γερμανοί νόμισαν ότι μπορεί κάτι να συμβεί εδώ πέρα και άρχισαν να παίρνουν μέτρα και ειδικότερα στη Νότια Πελοπόννησο πιο πολύ. Εκείνη την περίοδο ακριβώς στη Λακωνία πήρα μια πληροφορία ότι θα περάσει ένας γερμανός Στρατηγός με το επιτελείο του και ένα τμήμα γερμανικό για να επιθεωρήσει τα έργα που γινόντουσαν στη Νότια Πελοπόννησο και με ρώτησαν οι άγγλοι τι θα κάνουμε, θα τους χτυπήσουμε ή όχι; Και η ερώτηση αυτή είχε το νόημά της, γιατί ένα γερμανό Στρατηγό θα τον πληρώναμε πολύ ακριβά. Είχαν προηγηθεί άλλες περιπτώσεις. Στο Κούρνοβο ανατινάχτηκε μια αμαξοστοιχία και εκτελέστηκαν 120 στελέχη του ΚΚΕ που είχαν κάνει και στην Ακροναυπλία. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν χωρούν δισταγμοί και αδίσταχτα είπα, χτυπήστε τους. Πέρασαν, δεν έχω ακριβώς την εφημερίδα και ξεχνώ το όνομα του Στρατηγού, τον χτύπησαν, σκοτώθηκε ο γερμανός, το επιτελείο του και αρκετοί φαντάροι. Για αντίποινα οι γερμανοί τουφέκισαν 200 στελέχη του Κόμματος στο σκοπευτήριο της Καισαριανής από το Χαϊδάρι. Επίσης την ίδια ακριβώς περίοδο ανακοίνωσαν: «ως αντίποινα διά την δολοφονία δύο γερμανών Αξ/κών διαπραχθείσαν την 25 Απριλίου 1944 ανάνδρως εξ ενέδρας, διέταξα τον τυφεκισμόν 110 κομμουνιστών επί τόπου και την ριζικήν καταστροφήν του χωρίου Κυριάκι. Ο Ανώτατος Αρχηγός των Ταγμάτων Ασφαλείας και της Αστυνομίας Ελλάδος», δηλαδή ο περιβόητος Σιμάνα. Αυτή ήταν η δική μας δράση. Και αυτές τις εκατόμβες προσφέραμε. Ετσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα, με την καρδιά μας και με το αίμα μας»28.
Την 1η Μαρτίου εκδόθηκε η απόφαση του στρατοδικείου που προέβλεπε την ποινή του θανάτου για 8 κατηγορούμενους. Ο Μπελογιάννης καταδικάστηκε δις εις θάνατον.
Η εκτέλεση των Ν. Μπελογιάννη - Ηλ. Αργυριάδη - Ν. Καλούμενου - Δ. Μπάτση
Την Κυριακή 30 Μάρτη 1952, ο Νίκος Μπελογιάννης και ακόμα 3 από τους 8 καταδικασμένους σε θάνατο (ο Ηλίας Αργυριάδης, ο Νίκος Καλούμενος και ο Δημήτρης Μπάτσης) έπεφταν νεκροί από τα βόλια του εκτελεστικού αποσπάσματος. Η εκτέλεση των τεσσάρων κομμουνιστών έγινε στο «συνήθη τόπο» των εκτελέσεων (Γουδή, πίσω από το νοσοκομείο «Σωτηρία») υπό το φως των προβολέων των στρατιωτικών αυτοκινήτων. Ηταν νύχτα, ώρα 4 και 10΄. Σε λίγο θα ξημέρωνε.
Οι νεκροί μεταφέρθηκαν στο Γ΄ Νεκροταφείο όπου και θάφτηκαν, ενώ πλήθος κόσμου, μόλις πληροφορήθηκε τις εκτελέσεις, άρχισε να καταφθάνει στο Γ΄ Νεκροταφείο, για να αποθέσει ένα κόκκινο γαρίφαλο, φωνάζοντας συνθήματα κατά των δολοφόνων. Η αστυνομία προχώρησε σε συλλήψεις.
Το ΚΚΕ κατάγγειλε τη δολοφονία με ανακοίνωση του ΠΓ στις 30 Μάρτη 1952, όπου ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Σήμερα στις 4 η ώρα έπαψε να χτυπάει η φλογερή καρδιά ενός μεγάλου αγωνιστή του λαού της Ελλάδας και της φιλειρηνικής ανθρωπότητας. (...) Ο Μπελογιάννης έπεσε από τα αμερικάνικα βόλια που τα έριξαν οι δήμιοι Πλαστήρας - Βενιζέλος. Ο Μπελογιάννης όμως ζει μέσα στις καρδιές εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο Μπελογιάννης πέρασε στο πάνθεον των μεγάλων ηρώων της προοδευτικής ανθρωπότητας»29.
Για την εκτέλεση του Μπελογιάννη γράφτηκε στο ΒΗΜΑ της Κυριακής 30 Μάρτη 1952:
«Κατεβλήθη προσπάθεια όπως η ποινή του Μπελογιάννη μετατραπεί εις ισόβια δεσμά, λόγω της αναγραφής εις την απόφασιν του Στρατοδικείου της φράσεως ότι καταδικάζεται διά το αδίκημα της κατασκοπείας διά το μέχρι του Ιουνίου 1950 χρονικόν διάστημα. Αλλά, λόγω της θέσεως την οποίαν κατέχει εις το ΚΚΕ, η άποψις αυτή δεν έγινεν δεκτή από τον Ανώτατον Αρχοντα».
Στην εκτέλεση του Μπελογιάννη και των συντρόφων του επέμεναν οι ΗΠΑ, η κυβέρνηση της Μ. Βρετανίας και οι εγχώριοι αστοί, Παλάτι και κομματικές ηγεσίες, με πρώτη φυσικά την κυβέρνηση του Ν. Πλαστήρα, μαζί και ο υπουργός Δικαιοσύνης Δημ. Παπασπύρου, ο οποίος προσποιήθηκε όλα τα μετέπειτα χρόνια ότι δε γνώριζε πως οι εκτελέσεις θα γίνονταν Κυριακή!
Μέχρι και ο Νίκος Παπαπολίτης δημοσίευσε άρθρο, στο οποίο έγραφε:
«...πρέπει πάντως να επισημανθεί ο ρόλος του αρμόδιου υπουργού της Δικαιοσύνης, ο οποίος εξυπαρχής υπήρξε σκοτεινός και ακατανόητος»30.
Ας θυμηθούμε ότι ο Πλαστήρας έκανε τις παρακάτω δηλώσεις στις 17 Νοέμβρη 1951, μετά την πρώτη δίκη και καταδίκη σε θάνατο του Νίκου Μπελογιάννη:
«Ο Μπελογιάννης και οι μετ' αυτού καταδικασθέντες σε θάνατο από το Εκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών δεν πρόκειται να εκτελεστούν. Απόφασις της κυβερνήσεως είναι ότι δι' αδικήματα διαπραχθέντα προ της 1ης Νοεμβρίου 1951, οπότε η παρούσα κυβέρνησις δεν ευρίσκετο εις την Αρχήν, αι τυχόν επιβαλλόμεναι θανατικαί ποιναί διά κομμουνιστικήν δράσιν θα υπήγοντο εις την ρύθμισιν η οποία είχε συμφωνηθή δι' όλας τα μέχρι τούδε επιβληθείσας και μη εκτελεσθείσας θανατικάς καταδίκας»31.
Ωστόσο στις 8 Δεκέμβρη 1951 ο ρ/φ σταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» μετέδωσε:
«Περίμενε ο Πλαστήρας να τελειώσει η συζήτηση του ελληνικού ζητήματος στη ΓΣ του ΟΗΕ για να εξαγγείλει τις οριστικές αποφάσεις της κυβέρνησής του για τα λεγόμενα μέτρα επιεικείας, που τα κοιλοπόνησε βδομάδες ολόκληρες. Και τις ανακοίνωσε χτες με τον υπουργό του της Δικαιοσύνης Παπασπύρου, όταν στον ΟΗΕ έκλεινε η συζήτηση στο ελληνικό. Το πρώτο μέτρο "ειρήνευσης" που παίρνει ο Πλαστήρας είναι ότι εξαιρεί την περίπτωση του Ν. Μπελογιάννη και των 11 συντρόφων του - που τους καταδίκασε σε θάνατο το στρατοδικείο της Αθήνας - από τη μετατροπή των θανατικών ποινών σε ισόβια δεσμά. Ο Παπασπύρου δήλωσε επίσης ότι η "υπό όρους απόλυσις" δεν θα ισχύσει για τους καταδικασμένους πάνω από 20 χρόνια και γι' αυτούς που καταδικάστηκαν απ' τα κακουργιοδικεία, δηλαδή για όλους τους φυλακισμένους αγωνιστές της πρώτης Εθνικής Αντίστασης»32.
Η διάσταση λόγων και έργων μετά τη δεύτερη δίκη είναι προφανής. Πολλά χρόνια αργότερα ο Ανδρέας Ιωσήφ, υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ στην κυβέρνηση Πλαστήρα, αποκάλυψε σε εκπομπή της ΝΕΤ (28 Μάρτη 2002):
«Είχαμε συνεδρίαση του λεγομένου μικρού υπουργικού συμβουλίου. Εξήταζε τα κάπως μυστικά ζητήματα. Και το θέμα ήταν το αποτέλεσμα της δίκης και το τι γίνεται παραπέρα. Ηταν ένα συμβούλιο στο οποίο μετείχαν μόνο ο Σοφοκλής Βενιζέλος, φυσικά ο Πλαστήρας, ο Γιώργος Καρτάλης, ένας έκτακτος άνθρωπος, έντιμος, καλός οικονομολόγος που είχε το βάρος του υπουργείου Συντονισμού, ο υπουργός Ρέντης, απόγονος του Ζαΐμη, και εγώ. Και ακούω σε κάποια στιγμή να λέει ο Ρέντης: "Πόσους να στείλουμε στο απόσπασμα; Τέσσερις ή έξι;". Και φαίνεται πετάχτηκα αυθόρμητα και είπα: Κύριε υπουργέ μιλάμε για εκτελέσεις. Δεν απήντησε αλλά μου έστειλε ένα φονικό βλέμμα (...)
Δημοσιογράφος (Κούλογλου): Κανείς άλλος δεν πήρε το λόγο να μιλήσει, ούτε ο Πλαστήρας δεν πήρε θέση;
Ιωσήφ: Μιλιά. Ούτε αυτός, ούτε ο Βενιζέλος, ούτε ο Καρτάλης.
Το άλλο πρωί αμέσως έτρεξα στον Γιώργο Καρτάλη. Και του είπα: "Γιώργο το να πει κάτι ή να κάνει κάτι ένας μικρός κούκος Ανοιξη δεν έρχεται. Αν εσύ όμως παραιτηθείς, η κυβέρνηση πέφτει και τα πράγματα είναι αλλιώς και παύουμε να ρεζιλευόμαστε σε έναν ολόκληρο λαό που μας αγάπησε και έτσι η χώρα μπορεί να πηγαίνει καλύτερα". Ξέρετε τι μου απήντησε ο Καρτάλης; "Σήμερα το πρωί ο Αγγλος πρέσβης ήρθε εδώ και με πίεσε να μην παραιτηθώ, διότι όπως θα ξέρεις οι Αγγλοι θέλουν να βοηθήσουν τους Αμερικανούς να πάει το πράγμα προς τον Παπάγο».
Οσον αφορά τον υπουργό Συντονισμού Γεώργιο Καρτάλη, πήγε στον Πλαστήρα και υπέβαλε την παραίτησή του μετά τις εκτελέσεις. Και έπειτα από «σύσταση» των Εγγλέζων και του Πλαστήρα παρέμεινε στην κυβέρνηση...
Ο Πλαστήρας υπήρξε για ένα διάστημα ο ευνοούμενος των ΗΠΑ και των Ανακτόρων για την πρωθυπουργία. Ωστόσο εκείνο το διάστημα είχε διαφανεί ότι ΗΠΑ και Ανάκτορα προσανατολίζονταν πια προς τον Παπάγο. Η κυβέρνηση Πλαστήρα δεν αντιτάχθηκε στην εκτέλεση του Μπελογιάννη, για να διατηρήσει την εύνοιά τους και να παραμείνει στην εξουσία.
Ως προς τις αντιδράσεις της ΕΔΑ μετά τις εκτελέσεις, διαβάζουμε:
«Οι επίσημες αντιδράσεις της ΕΔΑ για τις εκτελέσεις ήταν έντονες και σοβαρές, αλλά ήπιες στη φρασεολογία, προσαρμοσμένες στις τότε συνθήκες. Στις ανακοινώσεις της προβάλλεται περισσότερο η ανάγκη για γαλήνευση της χώρας, παρά εκείνο που είναι πια ένα τετελεσμένο συνταρακτικό γεγονός.
Το βράδυ της Δευτέρας, 31ηςΜαρτίου 1952, την άλλη μέρα δηλαδή από τις εκτελέσεις, στη συνεδρίαση της Βουλής, ο πρόεδρος της ΕΔΑ ζητά να του δοθεί ο λόγος πριν από την ημερήσια διάταξη. Ο πρόεδρος της Βουλής αρνείται. Υστερα από αυτό, οι οχτώ βουλευτές της ΕΔΑ αποχωρούν από την συνεδρίαση, ακολουθούμενοι και από τον ανεξάρτητο Μιχάλη Κύρκο, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, αφού καταθέτουν σχετικό έγγραφο στο προεδρείο. Η έγγραφη διαμαρτυρία τους για τις εκτελέσεις καταλήγει με έκκληση προς "τους αντιπροσώπους του Εθνους όσους πιστεύουν εις την εθνικήν ανάγκην της ειρηνεύσεως του τόπου να αντικρίσουν το ελληνικό πρόβλημα ψύχραιμα χωρίς προκαταλήψεις και φανατισμούς, παραμερίζοντες τας ξενικάς επεμβάσεις"»!33
Οι βουλευτές της ΕΔΑ αποχώρησαν από τη Βουλή, επειδή δε δόθηκε ο λόγος στον Πασαλίδη, εκείνο όμως που θα είχε αξία ήταν οι καταθέσεις τους στο δικαστήριο ως μάρτυρες υπεράσπισης του Μπελογιάννη, κάτι που δεν έκαναν. Αλλά και δεν προσπάθησαν να κινητοποιήσουν κόσμο που θα πολιορκούσε τη φυλακή, για να παρεμποδίσει τις εκτελέσεις.
Για το θέμα αυτό, ο ραδιοφωνικός σταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» μετέδωσε στις 11 Μάρτη 1952:
«Στις λαϊκές συνοικίες της Αθήνας, του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης, του Βόλου κ.α. συζητιέται πολύ το γεγονός ότι η ΕΔΑ και οι βουλευτές της κράτησαν και γύρω από τη δίκη, όπου ουσιαστικά δικαζόταν και η ΕΔΑ, και γύρω από τις κινητοποιήσεις για τη σωτηρία των δικασμένων σε θάνατο λαϊκών αγωνιστών, πολύ περίεργη ανεκτική και χλιαρή στάση. Συζητιέται και το γεγονός ότι στη δίκη δεν παρουσιάστηκαν (...) ούτε οι βουλευτές της ΕΔΑ, ούτε και ο Σαράφης...».34
Υπάρχουν και απόψεις ότι σωστά έπραξαν οι βουλευτές της ΕΔΑ, που δεν πήγαν μάρτυρες υπεράσπισης! Διαβάζουμε:
«Ετσι, ορθά (συν)εκτιμήθηκε από τους δημοκρατικούς παράγοντες της ΕΔΑ, αλλά και από τον κομμουνιστικό πυρήνα της, ότι μια δημόσια εμφάνιση βουλευτών της, ως μάρτυρες υπεράσπισης του Νίκου Μπελογιάννη στη δεύτερη δίκη για "κατασκοπεία", θα μπλοκάριζε την κυβέρνηση Πλαστήρα, και θα επιτάχυνε τη διαδικασία του Αν. Ν. 509/1947 για να διαλύσει την ΕΔΑ και να τη θέσει εκτός νόμου (...) Αυτός ήταν ο πολύ σοβαρός λόγος, της μη εμφάνισης της επίσημης κοινοβουλευτικής ΕΔΑ, στη διάρκεια της δεύτερης δίκης του Νίκου Μπελογιάννη».35
Τελικά, ποιο ήταν εκείνο που τροφοδότησε με τόση δύναμη εκατομμύρια Μπελογιάννηδες στην Ελλάδα και όπου Γης, ώστε να αντιμετωπίσουν με τόση περιφρόνηση το θάνατο; Ηταν δίχως αμφιβολία το όραμα για μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, μια κοινωνία αληθινής ελευθερίας. Ηταν η πίστη ότι αυτά θα γίνουν πραγματικότητα. Οι νέες γενιές των κομμουνιστών ας κρατήσουν τα λόγια του Μπελογιάννη:
«Αντλείς όμως απέραντες και ανεξάντλητες δυνάμεις από την πίστη σου στο Κόμμα και στη νίκη».36
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Το ΚΚΕ - ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, τ. 7ος, σελ. 40, εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ».
2. Σταύρος Κασιμάτης «Οι παράνομοι», σελ. 80, εκδόσεις «Φιλίστωρ».
3. Σταύρος Κασιμάτης «Οι παράνομοι», σελ. 177, εκδόσεις «Φιλίστωρ».
4. Γιάννης Πετσόπουλος «Τα πραγματικά αίτια της διαγραφής μου από το ΚΚΕ», Αθήνα 1946.
5. Πότης Παρασκευόπουλος «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», σελ. 19-20, εκδόσεις «ΚΑΚΤΟΣ».
6. Πότης Παρασκευόπουλος, «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», σελ. 10, εκδόσεις «ΚΑΚΤΟΣ».
7. 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 71, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ (μόνο για εσωκομματική χρήση).
8. 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 92 - 93, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ (μόνο για εσωκομματική χρήση).
9. Η ΑΥΓΗ, 1 Νοέμβρη 2009.
10. Σπύρος Λιναρδάτος «Από τον εμφύλιο στη χούντα», τ. Α΄, σελ. 216 - 217, εκδόσεις «ΠΑΠΑΖΗΣΗ».
11. «Νέος Κόσμος», Μάρτης 1954, σελ. 49, άρθρο του Αλέκου Ψηλορείτη, ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ.
12. Ι. Β. Στάλιν, ΑΠΑΝΤΑ τ. 14ος , σελ. 107, εκδόσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ».
13. «Ριζοσπάστης», 26 Απρίλη 1998.
14. Επιμορφωτικό Κέντρο «Χαρίλαος Φλωράκης», ΑΜ 441416. Η επιστολή της Ελλης Παππά γράφτηκε στις 2 Απρίλη 1952 και μεταδόθηκε από τον ρ/φ σταθμό «Ελεύθερη Ελλάδα» στις 3 Μάη του 1952. Είχε δημοσιευτεί στην «Ουμανιτέ» στις 29 Απρίλη 1952.
15. Η Ελλη Παππά έγραψε τα γράμματα με χυμό λεμονιού στις λευκές σελίδες και στα περιθώρια ενός βιβλίου.
16. Αρχείο ΚΚΕ - Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.
17. Αρχείο ΚΚΕ - Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.
18. Αρχείο ΚΚΕ - Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.
19. Αρχείο ΚΚΕ - Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.
20. Πότης Παρασκευόπουλος, «ο Ανθρωπος με το γαρύφαλλο», σελ. 35, εκδόσεις «ΚΑΚΤΟΣ».
21. «Νέος Κόσμος», Μάρτης 1954, σελ. 46, από το άρθρο του Αλέκου Ψηλορείτη, ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ.
22. «Νέος Κόσμος», Μάρτης 1954, σελ. 52, από το άρθρο του Αλέκου Ψηλορείτη, ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ.
23. Ο Δημήτρης Μπάτσης ήταν διευθυντής του επιστημονικού περιοδικού «Ανταίος». Εγραψε το βιβλίο «Η βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα».
24. Γιάννης Αγγέλου «ΟΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ - ΜΝΗΜΕΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ»,σελ. 104, εκδόσεις «ΔΙΟΓΕΝΗΣ».
25. Το ΚΚΕ - ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, τ. 7ος, σελ. 241, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
26. Το ΚΚΕ - ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, τ. 7ος, σελ. 246, 247, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
27. Το ΚΚΕ - ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, τ. 7ος, σελ. 243, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
28. Κούλης Ζαμπαθάς, «Νίκος Μπελογιάννης - Νίκος Πλουμπίδης», σελ. 100-101, εκδόσεις «ΔΩΡΙΚΟΣ».
29. «Το ΚΚΕ - ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΑ», τ. 7ος, σελ. 252, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
30. Σπύρος Λιναρδάτος «Από τον Εμφύλιο στη Χούντα», τ. Α΄, σελ. 435, εκδόσεις «ΠΑΠΑΖΗΣΗ».
31. Πότης Παρασκευόπουλος, «Φιλελεύθερα ανοίγματα στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο», σελ. 173, εκδόσεις «Φυτράκης».
32. Επιμορφωτικό Κέντρο «Χαρίλαος Φλωράκης», μετάδοση του ρ/φ σταθμού «Ελεύθερη Ελλάδα», 8/12/1951, ΑΜ 375926.
33. Σπύρος Λιναρδάτος, «Από τον Εμφύλιο στη Χούντα», τ. Α΄, σελ. 436 - 437, εκδόσεις «ΠΑΠΑΖΗΣΗ».
34. Αρχείο ΚΚΕ - Εγγραφο 313317.
35. Ντούντα Α. Κουσίδου - Σταύρος Γ. Σταυρόπουλος, «Η υπόθεση Νίκου Πλουμπίδη», σελ. 637, εκδόσεις «ΔΙΟΓΕΝΗΣ».
36. «Νέος Κόσμος», Μάρτης 1954, σελ. 45, από άρθρο του Αλέκου Ψηλορείτη. Αυτό έγραψε στο ημερολόγιό του ο Νίκος Μπελογιάννης, στις 9 Αυγούστου 1949, λίγες ημέρες πριν από την υποχώρηση του ΔΣΕ.
2 σχόλια:
Σας συγχαίρω από καρδιάς. Είναι το πλέον ουσιαστικό και μεστό αφιέρωμα για τον μεγάλο (συμ) πατριώτη.
Την ημέρα της θυσίας του για λευτεριά και ανεξαρτησία, η μεν γενέτειρά του πεδινή Αμαλιάδα βρέθηκε με το ιερόσυλο μπογιάτισμα του Μνημείου του από κάποιους νεο-ελληναράδες πανηλίθιους, τα δε ορεινά Τσίπιανα τόπος καταγωγής των ηρωϊκών Μπελογιανναίων βρέθηκαν χωρίς ίχνος Μνημείου τιμής κι ευγνωμοσύνης από τους αδιάφορους Τσιπιαναίους... Κρίμα και πάλι κρίμα!
Σωτήρης Σωτηρόπουλος ΔΙΒΡΗ
Δημοσίευση σχολίου