Ποιος είναι ο Στάθης; Έχοντας πρόσφατο στη μνήμη μας το αφιέρωμα στον Μπόστ, ας αφήσουμε τον κυρ Μέντη να κάνει κι εδώ, τις συστάσεις … «Ο Στάθης είναι γελοιογράφος με όλη τη σημασία της λέξεως. Έχει πλούσια σατιρική φλέβα, αβίαστη γραμμή σχεδιαστική, είναι ανεξάντλητος σε χιουμοριστικά ευρήματα και το κυριότερο είναι προοδευτικός και ξέρει ν’ ακούει τα μηνύματα των καιρών».
Αυτά γράφονταν το 1986 στον πρόλογο του άλμπουμ «Τα τραίνα που φύγαν». Από τότε βέβαια πολλά τραίνα φύγαν, ο Στάθης έφτιαξε χιλιάδες σκιτσουλάκια, έχυσε κιλά τα μελάνια και τα χρώματα στο χαρτί, αλλά τη γραφή του Μπόστ φρόντισε να μην τη διαψεύσει.
Ο Στάθης Σταυρόπουλος είναι σήμερα από τους δημοφιλέστερους σκιτσογράφους με πλατιές συμπάθειες στους αναγνώστες, αλλά και στους πολιτικούς, στους δημοσιογράφους, στους συναδέλφους του. Κι αυτό, διαμέσου όχι μόνο των γελοιογραφιών. Καπετάνιος στο «Ναυτίλο» (και παλαιοτέρα στο «υποβρύχιο» των «Νέων») ο Στάθης έχει περάσει από χρόνια, και σε ένα λόγο πιο δεικτικό, πιο… δηκτικό και πιο άμεσο. Βρίσκεται –και κυριολεκτικά- σε άμεση επικοινωνία με τους αναγνώστες του. Σατιρίζει, καυτηριάζει, συζητάει, απαντάει…Γράφει-ως δημοσιογράφος- όσα πολλές φορές δεν φτάνει να πει ο σκιτσογράφος. Γράφει για όλα αυτά, που πολλές φορές δεν μπορεί να σκιτσάρει ένας δημοσιογράφος.
Ο Στάθης γεννήθηκε στον Πύργο της Ηλείας. Στα 18 του ξεκίνησε για την Αθήνα, ως υποψήφιος φοιτητής και κατέληξε μετά από πολλές παρατημένες προσπάθειες, αυτοδίδακτος σκιτσογράφος ν’ ανακαλύπτει μόνος το δρόμο του. Για τις σπουδές και τα πρώτα του ψαξίματα, ο ίδιος μας αναφέρει: «Πήγα στο προκαταρτικό της Καλών Τεχνών, αλλά με έκοψαν. Σπούδασα στην Πάντειο ως το τρίτο έτος και τελείωσα τη Σταυράκου. Έχω κάνει και τρία (διαφημιστικά) κινούμενα στο χέρι, ζελατίνα –ζελατίνα, δεν θα το ξαναέκανα ποτέ…».
Για τις… πρώτες ανάγκες, έκανε «18 δουλειές –που λέει ο λόγος-. Από πλασιέ και καθαριστής χαλιών έως οικοδόμος και βοηθός ρεσεψιονίστ.»
Τα πρώτα του σκίτσα δημοσιεύτηκαν στη «Σύγχρονη Γυναίκα» όταν υπηρετούσε ακόμα, μεταξύ 1977 και 1980,στην Αεροπορία (από κει και το αεροπλανάκι του Ναυτίλου;). Ακολούθησαν γελοιογραφίες και κόμικς στον «Οδηγητή» (1980 – 1985) –θυμάμαι ακόμα τους «εργατάκους» του (ξακρισμένους σε νοβοπάν) στα φεστιβάλ, ανάμεσα στους ευκάλυπτους του Περιστερίου-. Από το 1982 μέχρι το 1991 σκιτσάρει και για τον «Ριζοσπάστη». Εκείνη τη τελευταία χρονιά, μετά το ιστορικό 13ο συνέδριο του ΚΚΕ, έφαγε και μια διαγραφή. Μετακομίζει με τις γελοιογραφίες και το «Υποβρύχιο» του στα «Νέα», για μια ολόκληρη δεκαετία. Από το Μάιο του 2001, η συνέχεια γράφεται από το γραφείο του στην Ελευθεροτυπία, απ’ όπου καθημερινά, μας σκιτσοβολάει ακατάπαυστα .
Είναι από τους πλέον πολυγραφότατους σκιτσογράφους. Όλα αυτά τα χρόνια, έχει συνεργαστεί με πλήθος άλλων εντύπων. Αναφέρουμε ενδεικτικά το «Αντί», την «Πρώτη», το «Μετρό», τους «4 Τροχούς» , τη «Νέμεσιν», το «Μέτοχο», τη «Μακεδονία», τη «Πρώτη» Πύργου Ηλείας, το «Echo & Artist», τον «Εφοπλιστή», την «Ενέδρα»...
Επίσης , έχει πάρει μέρος σε πλήθος εκθέσεων, ομαδικών και ατομικών, στην Ελλάδα αλλά και στην Ελβετία, στο Λουξεμβούργο, στο Βέλγιο. Έχει βραβευτεί με το Α΄ βραβείο Βαλκανικής έκθεσης γελοιογραφίας στη Θεσσαλονίκη, το Β΄ βραβείο στο Κρούσεβατς (Σερβία), Βραβείο Ελληνικής συμμετοχής στην πρώτη έκθεση της Ρόδου, καθώς και βραβείο από την Πράβντα.
Πέραν των εικονογραφήσεων σε βιβλία, έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα 23 προσωπικά άλμπουμ με συλλογές γελοιογραφιών και πολιτικών κόμικς, κυρίως από τις εκδόσεις Καστανιώτη αλλά και από τον Πατάκη, τον Κέδρο, τη Βαβέλ και την Άγκυρα. Οι πιο πρόσφατες (φετινές) δουλειές είναι η συλλογή γελοιογραφιών του υπό τον τίτλο: «Άγρια Κωμωδία» ( εκδ. Πατάκης) και ένα «ολυμπιακό» ημερολόγιο του 2004 «Ήμασταν κι εμείς εκεί!» (εκδ. Άγκυρα) με σκίτσα, κείμενα και τον …τρόπο του Στάθη.
Ο Στάθης ανήκει σε μια ξεχωριστή γενιά έντονα πολιτικοποιημένων γελοιογράφων (αυτό που ο Καλαιτζής αναφέρει ως «Νέα πολιτική γελοιογραφία»). Το σκίτσο του- που τη δεκαετία του ’80 προσωπικά με παρέπεμπε στη γραφή του Γάλλου LOUP και του Ιωάννου - έχει εξελιχθεί σήμερα σε ένα άρτιο σχεδιαστικό και εικονογραφικό κατασκεύασμα, πλούσιο σε ιστορικές παραπομπές και διακειμενικά υπονοούμενα.. Η περιγραφικότητα των μορφών του, η ακρίβεια στα…ντεκόρ και τις στολές εποχής, οι γραμμοσκιάσεις και οι σχεδιαστικές του ισορροπίες , έχουν κάνει την πένα του να βρει την δική της «μανιέρα»,γλιστρώντας επιδέξια ανάμεσα στη καρικατούρα και σε ένα πιο «ρεαλιστικό» σχέδιο. Ο λόγος του καυστικός και άκρως πολιτικός, είναι καθημερινά, σημείο αναφοράς και «κραυγή αλήθειας» για πολλούς τσουρουφλισμένους «από τα κοινά», αναγνώστες του. Μια πολιτική γελοιογραφία που όμως (κατά την ταπεινή μου γνώμη), κάποιες φορές ισορροπεί περισσότερο στην «Πολιτική» και λιγότερο στη «γελοιογραφία».
Εκεί που ο Στάθης πραγματικά έχει δώσει ρέστα τα τελευταία χρόνια, είναι στις εικονογραφήσεις του. Δηλώνω ειλικρινά θαυμαστής, ειδικά στις υπέροχες συνθέσεις του για την σειρά της Ελευθεροτυπίας «Παραμυθένια», το καλοκαίρι του 2002. Αρτιότητα, ισορροπία μορφών και χρωμάτων, μνήμες λαϊκής ζωγραφικής και μεσαιωνικών χειρόγραφων, ονειρικότητα, συνειρμοί, φαντασία…Εικονογραφικά και σημειολογικά τέλειες. Ως ανάγνωσμα, απολαυστικότατες.
Μερικές γελοιογραφίες από τα πρώτα χρόνια του Στάθη:
Το κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων Γελοιογραφία από το καλοκαίρι του 1981
Όποτε κι αν πέσουν, εσείς πέφτετε Εκλογικές προβλέψεις
Εκδρομικός σύλλογος εμπρηστών Θα θυμάστε τις μεγάλες φωτιές του 1981
Ανασκόπηση εκλογικών συστημάτων
Μπουμπού η αναρχοαυτόνομη Ολοσέλιδη γελοιογραφία από το περιοδικό Σχόλιο που εξέδιδε η Πανσπουδαστική σ.κ. (1982)
Ο πολίτης το πολύ να φάει κράτησηΣουρεαλιστικός διάλογος από το φανταρίστικο περιοδικό Θητεία (γύρω στο 1985)
Κατά τη γνώμη μου, ο Στάθης έπιασε πολύ ψηλές επιδόσεις καλλιτεχνικής και πολιτικής ευστοχίας στις γελοιογραφίες που έκανε την εποχή του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία (τότε δούλευε στα Νέα). Πολλές -περίπου 60- γελοιογραφίες του Στάθη από την εποχή του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία μπορείτε να βρείτε εδώ.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που έχει ο Στάθης είναι πως του αρέσει να εικονογραφεί σχήματα λόγου (παροιμίες, ιδιωματικές και στερεότυπες εκφράσεις κτλ.) και πότε-πότε να τα ανατρέπει. Βέβαια, όλοι οι γελοιογράφοι την έχουν λίγο-πολύ αυτήν την ιδιότητα (είχε κάνει ένα αφιέρωμα σχετικό ο αείμνηστος Δ. Λουκάτος), αλλά στον Στάθη το βρίσκω πιο ανεπτυγμένο. Να δούμε μερικά δείγματα:
Ποιός άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου; Γελοιογραφία του 1993 (κυβέρνηση Μητσοτάκη).
Όμως αργότερα ο Στάθης άλλαξε γνώμη επί του γλωσσικού και θεωρεί σωστή την έκφραση μόνο μετον ενικό (ασκός του Αιόλου), όπως έχει γράψει. Κι έτσι, σε αυτήν εδώ τη γελοιογραφία του 2003, χρησιμοποιεί την έκφραση στον ενικό.
Διέψευσε τις Κασσάνδρες Γελοιογραφία του 1993 (και πάλι κυβέρνηση Μητσοτάκη). Κι εδώ ο Στάθης αργότερα άλλαξε γνώμη και τώρα θεωρεί ένδειξη κακών ελληνικών να πεις "διέψευσε τις Κασσάνδρες" -δείτε το σχετικό σημείωμα.
Σκελετοί στο ντουλάπι Γελοιογραφία του 2008 με το σκάνδαλο Μίζενς. Βλ. και την επόμενη.
Σκελετοί στο ντουλάπι - 2 Να σημειωθεί πως ο Στάθης γράφει για "ντουλάπι" αλλά σχεδιάζει ντουλάπα -κι εγώ θα προτιμούσα αυτή τη μορφή της έκφρασης γιατί στο ντουλάπι δεν χωράει εύκολα ο σκελετός. Ωστόσο το θέμα αξίζει χωριστό σημείωμα.
Έστι δίκης οφθαλμός Εξαιρετική πρόσφατη γελοιογραφία (Ιούν. 2008).
Μερικές ακόμα γελοιογραφίες σε θέματα διεθνούς πολιτικής (θυμηθείτε και τη Γιουγκοσλαβία):
Σημίτης, Μπους και βιομετρικά δεδομένα σκίτσο του 2003.
Σκάψτε τους τάφους σας Σταλμένη από το Ιράκ, όπου είχε πάει ο Στάθης λίγο πριν ξεσπάσει η αμερικάνικη επίθεση (Φεβρ. 2003).
Εμ δεν σκότωσαν, εμ θέλουν να φάνε Εξαιρετική γελοιογραφία για τη διανομή της λείας του Ιράκ, άνοιξη 2003.
Λες να είναι της Χαμάς; Γελοιογραφία του Απρ. 2004 (κοντά στο Πάσχα), που μάλιστα χαρακτηρίστηκε αντισημιτική.
Να μας κόψουν το κεφάλι για να το'χουμε ήσυχο Για το ευρωσύνταγμα (2005).
ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ ΤΟ 2007
Ως Ελληνας (αν μου επιτρέπει τον αυτοπροσδιορισμό η κυρία Ρεπούση) και ως Ηλείος στην καταγωγή, είμαι θλιμμένος στην καρδιά μου έως θανάτου.Ως Ηλείος θρηνώ για τον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα, την Πάρνηθα και την Πεντέλη, το Αλιβέρι και την Αρεόπολη, θρηνώ για την Πηνεία και τα Κρέστενα, το Πελόπιο και την Ωλενα, τη Μεγαλόπολη και την Αιγιάλεια. Σε λίγο θα κάνουμε προσκλητήριο ονομάτων σαν να κάνουμε προσκλητήριο νεκρών. Κάηκαν - καίγονται, άνθρωποι (όχι άτομα όπως κατά το πλείστον μεταδίδουν συνάδελφοι δημοσιογράφοι), δάση ελάτων και πεύκων, πλατάνια και φερώνυμα χωριά, όπως ο Πλάτανος στην Ηλεία, εθνικοί δρυμοί, όπως το ξεχασμένο Πολύδροσο στον Πάρνωνα, κάηκε η μάνα με τα τέσσερα παιδιά της, αλλοίμονο στον πατέρα κι όλους τους δικούς τους, καίγονται λιοστάσια, αμπελάκια, περιβόλια, μποστάνια, υποστατικά, αγροικίες, ζώα του θεού, ήμερα κι άγρια - μόνον πόλεμος, ούτε σεισμός, μπορεί να προκαλέσει τέτοια καταστροφή…
Πόλεμος;
Ή μήπως ένα ολόκληρο σύστημα;
Η θεωρία συνωμοσίας, ότι κάποια μαύρη χειρ βάζει τις φωτιές, ότι η χώρα υφίσταται ένα εσωτερικό ή εξωτερικό (ή συνδυασμό και των δύο μαζί) χτύπημα που συνιστά μία νέα «ασύμμετρη απειλή», ένα είδος καινοφανούς «τρομοκρατίας», είναι πολύ βολική, διότι συγκαλύπτει τον πραγματικόν ένοχο και διαχέει τις ευθύνες του (είτε σε κωμικές εκδοχές 11χρονων εμπρηστών και γιαγιάδων που πάνε να ψήσουν μια μπριζόλα, είτε σε Τούρκους πράκτορες, εξωκοινοβουλευτικούς αντιεξουσιαστές κι άλλες γελοιότητες).
Τη χώρα δεν την καίει η τρομοκρατία, την καίει το ίδιο της το σύστημα. Το σύστημα διακυβέρνησής της. Τα δύο μεγάλα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία και δεν έχουν φτιάξει Κτηματολόγιο και Δασολόγιο, τα δύο μεγάλα κόμματα που επιβραβεύουν τον καταπατητή, που αποχαρακτηρίζουν δασικές εκτάσεις, που εκποιούν δημόσιες γαίες, που δεν έχουν συλλάβει έναν εμπρηστή, αυτά καίνε τη χώρα. Το πρόβλημα της ανικανότητας να αντιμετωπισθεί η καταστροφή (την οποίαν σεμνά-σεμνά ο κ. Σουφλιάς απέδωσε στον Θεό, χαρακτηρίζοντάς τη θεομηνία) έπεται. Είναι αποτέλεσμα ενός προβλήματος βαθύτερου, δομικού: του τρόπου με τον οποίον κυβερνιέται η χώρα τα περισσότερα χρόνια από τη Μεταπολίτευση και μετά. Και της «ιδεολογίας» που έχει παράξει αυτός ο τρόπος διακυβέρνησης.
Πριν η χώρα καεί κατά το σώμα της, έχει καεί στην ψυχή της. Εχει καεί στις Πολεοδομίες και τις Εφορίες, με τους κομματάρχες που δίνουν φως-νερό-τηλέφωνο στον εμπρηστή, με τους σπουδαιοφανείς μικρότατους που δίνουν κι άλλα στρέμματα απ’ τα καμένα (μόλις τώρα δα) στο καζίνο της Πάρνηθας. Εχει καεί στα σχολεία, στα ΑΕΙ, στα στρατόπεδα, στην αναξιοπρέπεια του λεηλατημένου πολίτη. Εχει καεί στο μυαλό με τη χαζοτηλεόραση, τη συσσώρευση των ΜΜΕ σε λίγα χέρια. Η χώρα που έχει αναγκαστεί να παράγει ραγιάδες για νταβατζήδες, είναι ακριβώς αυτή που παρουσιάζει τώρα τα συμπτώματα της παθολογίας της με τον πιο δραματικό τρόπο: πεθαίνοντας εν καιρώ ειρήνης σαν σε πόλεμο, μέσα σε φλόγες κάθε άλλο παρά καθαρτήριες.
Ποιοι βάζουν τις φωτιές; Και η «κουτσή Μαρία»!
Ποιοι τις σβήνουν; ουδείς - πλην Λακεδαιμονίων.
Γιατί;
Στο άναμμα των φωτιών συνωστίζονται και συσσωρεύονται πλήθος παραγόντων: ο χαζός, η τύχη, ο εμπρηστής, ο πυρομανής, ο βοσκός, ο άφρων, ο καταπατητής, ο καιρός, ο πράκτωρ, ο ηλίθιος που πιστεύει ότι κάποιο κόμμα μπορεί να θεωρεί «χρήσιμες» τις φωτιές σε αυτήν ή μιαν άλλη συγκυρία - αλλά, αν έτσι λεγεών και λεγεών οι αιτίες του κακού, με τη μία μάλιστα να ενεργοποιεί την άλλη, εμείς τι κάνουμε;
Κατ’ αρχήν, δρούμε επικοινωνιακώς·
Οταν η φωτιά μάς έχει ήδη πάρει… συγγνώμην, κάψει και τα σώβρακα ο κ. πρωθυπουργός απευθύνει διάγγελμα με μαύρη γραβάτα.
Τι μας λέει η μαύρη γραβάτα;
Οτι η χώρα τίθεται σε κατάσταση «εκτάκτου ανάγκης»!
Μάλιστα! Ποια είναι η διαφορά πριν και μετά την έκτακτη ανάγκη; Θα «ξαναμιληθούν» ο κυρ Κόης και ο κυρ Φούρλας; Θα γίνει επαρκέστερος ο κυρ Πολύδωρας; Θα μάθει να σκέφτεται ο τάδε κομματάρχης; Θα αποκτήσει αίφνης ήθος ο δείνα αρουραίος που έχει συνεταιρισθεί με τον εργολάβο;
Μήπως με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης θα αποκτήσουμε ό,τι δεν είχαμε προνοήσει ήδη να έχουμε. Τριάντα πυροσβεστικά αεροσκάφη αντί δεκατρία; τρεις χιλιάδες εκπαιδευμένους πυροσβέστες και δασοπυροσβέστες αντί αγροφύλακες ή αστυνομικούς αποσπασμένους να φυλάνε ψώνια; Τώρα που είμαστε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης θα συντονιστούν καλύτερα η Πυροσβεστική με τις νομαρχίες, θα ξαναβγάλουν φύλλα τα καμένα κλαριά και θα αναστηθούν οι απανθρακωμένοι άνθρωποι;
Εχει χρονίσει η αναλγησία και η ανικανότης σε αυτήν τη χώρα -δεν την αντέχει άλλο το σώμα της, καίγεται. Δεν την αντέχουν άλλο το μυαλό και η ψυχή της, καίγονται. Το οξύμωρο της Αρχαίας Ολυμπίας είναι ενδεικτικό.
Δισεκατομμύρια ξοδεύτηκαν για να γίνουν οι Αγώνες και τώρα η μήτρα των Αγώνων καίγεται. Οταν καίγεται το Πελόπιο είναι σαν να καίγεται το Κρόνιο. Οταν καίγεται ο Ταΰγετος, καίγονται οι θεοί της Ιεράς Αλτεως.
Πήγε λοιπόν μέσα στους ιερούς καπνούς ο κ. Καραμανλής συνοδευόμενος από κουστωδία υπουργών (ήντινα ημείς πρέπει σημειολογικώς να «ερμηνεύσουμε» -τρομάρα μας) και συσκέφθηκε στο δημαρχείο της Ζαχάρως με τους μισοκαμένους, αλλόφρονες κι αλλοπαρμένους ιθαγενείς! Ε, και;
Την τύφλα μας - κι όχι μόνον απ’ τον ιερό καπνό. Εδειχναν στον κ. πρωθυπουργό οι υπουργοί του σημεία επί χάρτου (τα τέρατα λυσσομανούσαν έξω, στα δάση, τους ελαιώνες και τα αμπέλια) - «εδώ είμαστε» - «εδώ καιγόμαστε» - «εδώ θα στείλουμε δυνάμεις» - σιωπηλός ο κ. πρωθυπουργός (όταν θα γύριζε στην Αθήνα θα του έλεγε ο κ. Λούλης τι να πει) - σιωπηλός ο κ. πρωθυπουργός, μάζεψαν τις ασκήσεις επί χάρτου οι επιτελείς του, κι όλοι μαζί έφυγαν.
Εμεινε η νύχτα, να συνεχίζει η φωτιά να της καίει το σκοτάδι. Εμειναν και τα φαντάσματα των πεθαμένων να κλώθουν γύρω απ’ τα αμάζευτα πτώματά τους - το μόνον που τους απέμεινεν να έχουν.
Και έμειναν και οι θεοί να μην πιστεύουν στα μάτια τους. Αλλά ούτε και στα αυτιά τους. Διότι απ’ την άλλη πλευρά του καμένου λόφου άκουσαν τον κ. Γιώργο Παπανδρέου άλλα να λέει για το δέον γενέσθαι το μεσημέρι της ιδίας ημέρας κι άλλα να λέει το βράδυ!!! Φαίνεται οι δικοί του Λούληδες είναι πιο ευεπίφοροι στους ανέμους.
Και την επόμενη μέρα, αφού την έθρεψε η νύχτα, η φωτιά ξανά φούντωσε.
Αυτής της ανεπάρκειας κι ανικανότητας είμαστε θύματα και δημιουργοί. Δύο κόμματα και δύο αρχηγοί περιορισμένων δυνατοτήτων, «Κόης ή Φούρλας», αυτή είναι η μόνη επιλογή που επιφυλάξαμε στον εαυτόν μας να έχει.
Αυτός είναι ο δικομματισμός. Η υποκρισία στον δημόσιο λόγο: να λένε δηλαδή η «Πολιτεία», όταν αλείφουν μέλι τον Γιάννη να γιάνει και το «υπέρμετρο (και κακό βεβαίως, βεβαίως) κράτος» όταν τον καίνε.
Οταν τον καίνε όχι μόνον στη γη του, εκεί που πατάνε τα πόδια του ή έχει στήσει το σπίτι του, αλλά παντού: στο Χρηματιστήριο, με τα ομόλογα, με την αναθεώρηση του άρθρου 24 για τα δάση - κάθε φορά που αυτή η κούφια ρητορική «Ελληνίδες Ελληνες», όχι μόνον πάει να μπαλώσει εκ των υστέρων ό,τι δεν προνόησε εκ των προτέρων, αλλά έτι περισσότερον πάει να κρύψει το πραγματικό της πρόσωπο: τον Ιανό, πάντα δικομματικόν· αυτόν που έδωσε δισεκατομμύρια (να φάνε τα τσιράκια του) για Ζέπελιν και κάμερες-ρουφιάνους, αλλά ούτε δεκάρα τσακιστή για πυροσβεστικά αεροσκάφη. Που, ούτε καν τα κονδύλια της Ενωσης για την πυρόσβεση μπόρεσε να απορροφήσει - είχε δουλειά, να ληστεύει τα ασφαλιστικά Ταμεία, δεν προλάβαινε.
Και να αφήσουμε στην άκρη τις υποκρισίες ότι τάχα δεν είναι ώρα για πολιτική κριτική. Τώρα είναι η ώρα, καθώς σβήνοντας ο καλός θεός ή η θάλασσα ή η βροχή ή χίλιοι ήρωες και τρελοί τις φωτιές, τα κουμάσια και οι επιτήδειοι, πάλι κάτω απ’ τις στάχτες θα προσπαθήσουν να κρύψουν τις ευθύνες τους.
Οργή;
Οχι πια. Επί πολλά χρόνια οργίζομαι - και, αν μου επιτρέπετε μια προσωπική τοποθέτηση: τόσα χρόνια μού μαυρίζουν την ψυχή κι εγώ ανελλιπώς τούς μαυρίζω στις εκλογές. Δεν αρκεί…
Του ΣΤΑΘΗ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 27/08/2007
1 σχόλιο:
ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΕΧΩ ΝΑ ΠΩ ΜΟΝΟ ΟΤΙ ΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΝΗ ΜΠΑΧΑΛΟ ΟΛΛΟΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΑΣ . ΣΤΟΠ.
Δημοσίευση σχολίου